Αποπνικτικό πια το κελί της σιωπής μου
ξεχείλισε επικίνδυνα κι εκτόνωση γυρεύει
ο υδροφόρος των αισθημάτων μου ορίζοντας
παραμερίζω χωρίς τύψεις πια,
εναπομείναντες όγκους υπολειμμάτων σεμνοτυφίας
διαπραγματεύομαι νέα συνθήκη
εκπλήρωσης ανεξόφλητων εικόνων
ευμενή σχόλια,
απλοποιούν επίλυση αινιγμάτων υπνωτισμένης αυτοπεποίθησης
συναναστρέφομαι με λέξεων κατακλυσμούς
που εξευμενίζουν χρησμούς απαισιοδοξίας
σπάω δεσμά και λύτρωσης δρόμους δρασκελίζω
περιφρονώντας εμπόδια μιζέριας
Μα τρομάζω μήπως
κάποιο ξεχασμένο ανίατο κατάλοιπο κυλιόμενου παρελθόντος,
προμελετά άλλοθι
για πιθανά μελλοντικά μου εγκλήματα απαθούς αφωνίας.